SlangWiki
Advertisement

Η ψηλή γυναίκα που έχει λεπτά και μακριά πόδια, σαν να είναι αδράχτι, δηλαδή το ξύλινο ή μεταλλικό κυλινδρικό εργαλείο με το οποίο γνέθουν το μαλλί (< αρχαίο ελληνικό ἄτρακτος). Παραδοσιακή σλανγκιά παλαιάς κοπής, ανήκουσα στο ιδίωμα της Σμύρνης και Ερυθραίας (δες). Και αρδαχτοπόδαρη.

ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ

Πού τη βρήκε αυτήν την αδραχτοπόδαρη, θα σηκώνεται στις μύτες για να τη φτάνει.

Advertisement