SlangWiki
Advertisement

Από το τουρκικό merhametli, σημαίνει οικτίρμων, σπλαχνικός, ψυχοπονιάρης. Θηλυκό: μερχαμετλού. Το βρίσκουμε στο ιδίωμα της Μικράς Ασίας και της Κρήτης και στα ρεμπέτικα.

ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑΤΑ

  1. Αυτός ο θεοφοβούμενος μερχαμετλής, όπως ήταν πηγαιμένος και στη Μέκκα και είχε προσκυνημένο τον τάφο του Προφήτη, για τούτο τον ελέγανε και Χατζή, όχι μόνο ψέματα δεν έλεγε στο μουστερή του αλλά, μαζί μ’ αυτά που ψώνιζε αυτός που θα πήγαινε, χωριστά ο πονόψυχος γιαμαλής έδινε για ψυχικό σε κάθε φουκαρά μουστερή και δυο-τρεις πήχες πανί να βράκωνε τα κοπέλια του και να τα συστύλωνε. (Μανόλης Δερμιτζάκης, Από όσα θυμούμαι το παλιό Κάστρο, εκδ. Δοκιμάκης, 2008).
  2. Μη να ορίσει ο θεός και κάμη μερχαμέτι

Πού ’ναι πολύ μερχαμετλής και μπούμε στο τζεννέτι Όχ τα εκσίκικα παστρικός μεγάλος Κύριος είναι Μουδέ κοιμάται δε(ν) πεθαίν’ πάντο ο Κύριος είναι Ο Θιός είναι ένας ποιητής που δεν έχει ζαβάλι Νε σύντροφον νε ομοιαστή δεν έχει ούτε μιθάλι Ένας είναι ο ποιητής άσλα σουπές δεν είναι Εκείνοι πολλά θάφτηκαν πολλοί χαμένοι είναι. (Παραδοσιακό ποίημα για τη γέννηση του προφήτη Μωάμεθ).

3. ήτανε τίμιος, μερχαμετλής ανθρωπος. Σαν έλεγε μια κουβέντα κι έταξε, ο κοσμος να χαλουσε. πίσω δεν την έπαιρνε. Και δεν ήταν μονο πονοψυχος κι ανοιχτο-. χέρης. παρα αγαποοσε τους Ρωμιους. (Εδώ).

4. ότι από την ηψιλότι σας εμής χέρη δεν τραβούμαι, σκλάβη ήμαστον και πάλη σκλάβη ήμαστε έος το τέλος μόνον τα κακά μας κεφάλια μας έκαμαν και πιδέβομέστη και παρακαλούμε την ηψηλότι σου ος μερχαμετλής όπου ήσε να κάμης πάλη μερχαμέτι να μας δεχθής ος διά σκλάβι σου. (Εδώ).

Advertisement